Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016

Ο Υδράργυρος (Hg) στα τρόφιμα

Ο Υδράργυρος (Hg) στα τρόφιμα

Όταν ακούμε τη λέξη υδράργυρος, το μυαλό μας πάει στα θερμόμετρα ,στις λάμπες φθορισμού ή και στα σφραγίσματα των δοντιών μας. Γνωρίζουμε άραγε, το πόσο επικίνδυνο είναι για την υγεία μας, όταν υπάρχει μέσα στο σπίτι μας μια λάμπα φθορισμού ή ακόμα χειρότερα όταν μέσω της διατροφής περνάει στον οργανισμό μας; Αρχικά ας μάθουμε τι είναι ο υδράργυρος.

Ανήκει στα στοιχεία μετάπτωσης στον περιοδικό πίνακα. Είναι ένα ισχυρό δηλητήριο, σε υγρή μορφή και έχει αργυρόλευκο χρώμα. Απαντάται στον οργανισμό σε πολύ μικρές ποσότητες και όταν ανευρίσκεται σε μεγάλες ποσότητες επηρεάζει τον εγκέφαλο. Χρησιμοποιείται στα ιατρικά θερμόμετρα, σε ορισμένα όργανα, όπως το βαρόμετρο, στους λαμπτήρες φθορισμού και σε άλλα αντικείμενα.

Ταξιδεύει παγκοσμίως μέσω της ατμόσφαιρας και επικάθεται στο έδαφος και το νερό. Ο μικροβιακός μεταβολισμός που ακολουθεί, δημιουργεί την τοξικότερη μορφή υδραργύρου, τον μεθυλυδράργυρο, ο οποίος, όπως έχει επαρκώς τεκμηριωθεί, προκαλεί βλάβες στον ανθρώπινο εγκέφαλο και το νευρικό σύστημα. Ιδιαιτέρως, μπορεί να βλάψει τον εγκέφαλο των εμβρύων και των παιδιών των οποίων οι εγκέφαλοι αναπτύσσονται ακόμα. Περνά εύκολα και από τον πλακούντα και από τον εγκεφαλικό υμένα, επομένως, η έκθεση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι υψηλότερης ανησυχίας. Η έκθεση στον υδράργυρο συνδέεται επίσης με βλάβες στα νεφρά και το συκώτι και με την εξασθένιση των καρδιαγγειακών, ανοσοποιητικών και αναπαραγωγικών συστημάτων.

Γενικότερα, οι επιπτώσεις του στον άνθρωπο είναι:
Βλάβη στις εγκεφαλικές λειτουργίες
Βλάβη στο DNA και χρωμοσωμικές ανωμαλίες
Αλλεργικές αντιδράσεις, με συνέπεια το δερματικό κνησμό, την κούραση και τους πονοκέφαλους
Αρνητικές επιδράσεις στην αναπαραγωγή, όπως βλάβη του σπέρματος, γενετικές ανωμαλίες και αποβολές.

Επίσης κάποιες από τις δραστηριότητες του ανθρώπου μπορούν να αποτελέσουν πηγή μόλυνσης με τον υδράργυρο, όπως τα εργοστάσια άνθρακα τα οποία εκπέμπουν περίπου το ήμισυ της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από υδράργυρο. Φυσικές πηγές υδραργύρου είναι τα ηφαίστεια.

Υπολογίζεται ότι περίπου τα δύο τρίτα της ρύπανσης από υδράργυρο από ανθρώπινες δραστηριότητες προέρχεται από καύση, κυρίως του άνθρακα. Άλλες πηγές υδραργύρου είναι η παραγωγή χρυσού, παραγωγή των μη σιδηρούχων μετάλλων, παραγωγή τσιμέντου, η διάθεση των αποβλήτων, παραγωγή καυστικής σόδας, χυτοσιδήρου και χάλυβα, παραγωγή υδραργύρου (κυρίως για τις ηλεκτρικές στήλες), καθώς και η καύση της βιομάζας.

Αν προβληματίζεστε για το αν βρίσκεται στα τρόφιμα, πρέπει να μάθετε ότι ο υδράργυρος δεν βρίσκεται φυσικά στα τρόφιμα, αλλά μπορεί να εμφανιστεί στα τρόφιμα δεδομένου ότι μπορεί να διαδοθεί μέσω της τροφικής αλυσίδας από τους μικρότερους οργανισμούς που καταναλώνονται από τους ανθρώπους, παραδείγματος χάριν μέσω των ψαριών. Οι συγκεντρώσεις υδραργύρου στα ψάρια συνήθως υπερβαίνουν κατά πολύ τις συγκεντρώσεις του νερού όπου ζουν. Το κρέας μπορεί, επίσης, να περιέχει ιδιαίτερα σημαντικές ποσότητες υδραργύρου, ειδικά αν έχει προηγηθεί περιβαλλοντική μόλυνση των χωραφιών. Ο υδράργυρος δεν βρίσκεται συνήθως στα φυτικά προϊόντα, αλλά μπορεί να εισαχθεί στον ανθρώπινο οργανισμό μέσω των λαχανικών και άλλων καλλιεργήσιμων προϊόντων, όταν εφαρμόζονται στη γεωργία ψεκασμοί με υδράργυρο.

Ο μεθυλυδράργυρος έχει την ικανότητα να συσσωρεύεται στους ανθρώπινους και ζωικούς οργανισμούς (βιοσυσσώρευση) και στην τροφική αλυσίδα (βιομεγένθυση), ειδικά στα μεγαλύτερα, γηραιότερα αρπακτικά ψάρια που βρίσκονται στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας. Γι' αυτό η Γενική Διεύθυνση της Επιτροπής Υγείας και Προστασίας των Καταναλωτών έχει συστήσει τη μείωση της κατανάλωσης μεγάλων αρπακτικών ψαριών όπως ξιφίες, καρχαρίες, μεγάλοι ξιφίες του ωκεανού, λούτσοι και τόνοι , σε γυναίκες που θηλάζουν ή που είναι ή πρόκειται να μείνουν έγκυες.

Συνοψίζοντας, ας μην ξεχνάμε ότι τα ψάρια, αποτελούν ιδιαίτερα ευεργετική τροφή, απαραίτητη για τον οργανισμό μας. Περιέχουν πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας, βιταμίνη D, σελήνιο, ιώδιο, μαγνήσιο, φώσφορο και αποτελούν την κύρια πηγή ω-3 λιπαρών οξέων, που περιορίζουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων. H επαρκής κατανάλωση ω-3 λιπαρών οξέων μειώνει τα επίπεδα της «κακής» χοληστερίνης (LDL) στο αίμα, τον κίνδυνο εμφράγματος του μυοκαρδίου και τη θνησιμότητα από καρδιακές παθήσεις, ενώ συμβάλλει στην ομαλή εγκεφαλική ανάπτυξη του βρέφους. Κατανάλωση ψαριών χαμηλών σε υδράργυρο, έως και 2 μερίδες την εβδομάδα για τους ενήλικες, οδηγεί μόνο σε θετικές επιδράσεις για την υγεία μας.
Πριν καταναλώσετε ψάρια, θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας στην επιλογή κατανάλωσης ψαρικών:

Δεν συσσωρεύουν όλα τα ψάρια στο ίδιο ποσοστό υδραργύρου. Αυτά με την μεγαλύτερη περιεκτικότητα είναι τα μεγάλα σε μέγεθος ψάρια, όπως ο ξιφίας, ο τόνος, ο λούτσος, οι φάλαινες, ο καρχαρίας, ο κολιός, το λαβράκι.
Αντίθετα, πιο μικρά ψάρια, όπως οι γαρίδες, οι σαρδέλες, η πέστροφα, η γλώσσα, ο μπακαλιάρος, τα μύδια και στρείδια έχουν αισθητά μικρότερες συγκεντρώσεις υδράργυρου.
Οι έγκυες γυναίκες, ή γυναίκες που προσπαθούν να κάνουν παιδί και παιδιά κάτω των 16 ετών, θα ήταν προτιμότερο να αποφεύγουν την κατανάλωση των ψαριών της πρώτης κατηγορίας και να προτιμούν τα μικρά ψάρια.

Σε πρόσφατη γνώμη της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (ΕΑΑΤ - EFSA) επανεξετάζει τις δυνατότητες αντιμετώπισης των εν λόγω κινδύνων με γνώμονα την άποψη της ΕΑΑΤ και συνυπολογίζοντας τα μέγιστα όρια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 466/2001 σχετικά με τη συγκέντρωση του υδραργύρου στα αλιευτικά προϊόντα. Ωστόσο τα περιθώρια μείωσης των εν λόγω επιπέδων είναι περιορισμένα. Ως εκ τούτου ενδεχομένως να είναι αναγκαίες άλλες λύσεις όπως η στοχοθετημένη ενημέρωση των καταναλωτών εκ μέρους της Επιτροπής και των κρατών μελών.


Το διαβάσαμε στο diatrofi.gr

Οι ανεπτυγμένες οικονομίες έχουν δέκα φορές μεγαλύτερο αποτύπωμα αζώτου από τις αναπτυσσόμενες χώρες

Οι παγκόσμιες εκπομπές αζώτου χαρτογραφήθηκαν για πρώτη φορά


Οι χώρες με τις χειρότερες εκπομπές ανά κάτοικο, όπως το Χονγκ Κονγκ (φωτογραφία) και το Λουξεμβούργο, παράγουν πάνω από 100 κιλά αζώτου ανά άτομο ετησίως, ενώ τα λιγότερο ρυπογόνα κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Παπούα Νέας Γουινέας, της Ακτής Ελεφαντοστού και της Λιβερίας, παράγουν λιγότερο από 7 κιλά ανά κεφαλή.

Ο πρώτος παγκόσμιος χάρτης εκπομπών αζώτου αποκάλυψε ότι το αποτύπωμα αζώτου των ανεπτυγμένων οικονομιών είναι δέκα φορές χειρότερο από ό,τι των αναπτυσσομένων.
Ο χάρτης, που δημιουργήθηκε από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Σίδνεϋ στην Αυστραλία, δείχνει ότι τέσσερις χώρες – οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ινδία και η Βραζιλία - είναι υπεύθυνες για το 46% των παγκόσμιων εκπομπών αζώτου.
Οι χώρες με τις χειρότερες εκπομπές ανά κάτοικο, όπως το Χονγκ Κονγκ και το Λουξεμβούργο, παράγουν πάνω από 100 κιλά αζώτου ανά άτομο ετησίως, ενώ τα λιγότερο ρυπογόνα κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Παπούα Νέας Γουινέας, της Ακτής Ελεφαντοστού και της Λιβερίας, παράγουν λιγότερο από 7 κιλά ανά κεφαλή.
Οι τομείς που εκπέμπουν τις μεγαλύτερες ποσότητες αζώτου είναι η γεωργία, οι μεταφορές και η παραγωγή ενέργειας.
«Τα κράτη υψηλού εισοδήματος είναι υπεύθυνα για δεκαπλάσιες εκπομπές σε σχέση με τις φτωχότερες χώρες», δήλωσε ο Αρουνιμά Μαλίκ, υποψήφιος διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϋ και ένας από τους συντάκτες της έκθεσης.
«Αυτό αντικατοπτρίζει μεγαλύτερη κατανάλωση ζωικών προϊόντων, επεξεργασία τροφίμων και αγαθά και υπηρεσίες με υψηλές ενεργειακές απαιτήσεις», πρόσθεσε.

   
THE UNIVERSITY OF SYDNEY
Ο χάρτης, στον οποίο αναφέρονται λεπτομερώς οι εκπομπές αζώτου από 188 χώρες από όλο τον κόσμο, δείχνει ποια κράτη είναι οι λεγόμενοι «εισαγωγείς αζώτου» και ποια εξάγουν περισσότερο άζωτο από ό,τι εκπέμπουν. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος για την εισαγωγή ή εξαγωγή αζώτου είναι με τη μορφή γεωργικών και κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων.

Η μελέτη διαπίστωσε ότι οι ανεπτυγμένες χώρες είναι συχνά άμεσα υπεύθυνες για τις εκπομπές του αζώτου στο εξωτερικό, καθώς η εντατική παραγωγή αζώτου κινείται περισσότερο προς τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Το μείζον πρόβλημα, σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι το γεγονός ότι εκτός από τη φυσική απελευθέρωση αζώτου, η βιομηχανία παράγει αυξημένες ποσότητες μίας συνθετικής μορφής του στοιχείου.
Η μελέτη βασίστηκε σε δεδομένα από το 2010. Κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους, η παγκόσμια οικονομία παρήγαγε 189 εκατομμύρια τόνους αζώτου. Τα 161 εξ αυτών αναλογούν σε εκπομπές από τις βιομηχανίες και τη γεωργία και μόνο τα 28 απευθείας στους καταναλωτές, ως επί το πλείστον από τα λύματα.

Ετσι κυλά η ζωή στην πιο κρύα πόλη του πλανήτη -Στο Νόριλισκ η θερμοκρασία φθάνει τους -55 βαθμούς Κελσίου [εικόνες]

 Ετσι κυλά η ζωή στην πιο κρύα πόλη του πλανήτη -Στο Νόριλισκ η θερμοκρασία φθάνει τους -55 βαθμούς Κελσίου [εικόνες]
Απομονωμένο, μολυσμένο, σκοτεινό και πάνω απ' όλα κρύο. 250 μίλια βόρεια του Αρκτικού Κύκλου βρίσκεται το Νόριλισκ. Μια πόλη χτισμένη πάνω στη δυστυχία και το αίμα, με θερμοκρασίες πολικές και πολύ σκοτάδι. 
Η θερμοκρασία φθάνει τους -55 βαθμούς Κελσίου!
Οσο εξωπραγματικό και αν ακούγεται η θερμοκρασία στο Νόριλισκ φθάνει ακόμη και τους -55 βαθμούς Κελσίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μέση θερμοκρασία στην εν λόγω ρωσική πόλη είναι -10 βαθμούς Κελσίου, ενώ η πόλη, η οποία σημειωτέον είναι η βορειότερη στον κόσμο, είναι καλυμμένη με χιόνι οκτώ με εννιά μήνες το χρόνο. 
Δύο μήνες το χρόνο βουτηγμένη στο απόλυτο σκοτάδι 
Εκτός από τις πολικές θερμοκρασίες οι κάτοικοι του Νόριλισκ έρχονται αντιμέτωποι και με την πολική νύχτα η οποία διαρκεί περίπου δυο μήνες. Δύο μήνες διαβίωσης σχεδόν στο απόλυτο σκοτάδι!
Πώς κυλά η ζωή 
Στο Νόριλισκ σήμερα ζουν 170.000 Ρώσοι οι οποίοι παρά τις αντίξοες, όπως φαντάζουν σε όλους εμάς τους υπολοίπους, συνθήκες, προσπαθούν να ζουν μια φυσιολογική ζωή. Κάνουν... ηλιοθεραπεία, πικ νικ, αθλούνται και κάνουν ότι και εμείς στον υπόλοιπο κόσμο αλλά σε κλειστούς χώρους. Τα εμπορικά κέντρα, οι χώροι άθλησης και γενικά οποιοσδήποτε άλλος χώρος κοινωνικής συνάθροισης είναι απλά... κλειστοί, λόγω ψύχους. Δηλαδή τις δραστηριότητες που σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο τις κάνουμε στην ύπαιθρο, όπως για παράδειγμα ποδηλαδία και τρέξιμο, στο Νόριλισκ τις κάνουν σε εσωτερικούς χώρους.
Την περίοδο του βαρύ χειμώνα τα παιδιά μένουν μονίμως μέσα, ενώ για όσους είναι αναγκαστικό να βγαίνουν έξω, όπως για παράδειγμα τους εργαζομένους, ένα κομβόι λεωφορείων που κάνει το γύρο της πόλης τρεις φορές την ημέρα, αναλαμβάνει τη μετακίνησή τους. 
Η ιστορία του Νόριλισκ
Το Νόριλισκκ άρχισε να κατοικείται για πρώτη φορά το 1900, όταν και διαπιστώθηκε ότι κάτω από τα στρώματα πάγου κρύβεται ένας... θησαυρός! Πλούσια κοιτάσματα ορυκτών νικελίου, χαλκού και παλλαδίου.
Το 1935 η Σοβιετική Ενωση ίδρυσε ουσιαστικά την πόλη, η οποία έγινε κέντρο του Στρατοπέδου Διορθωτικής Εργασίας Norillag, ενός από τα γκουλάγκ της Σιβηρίας, μεταφέροντας εκεί πάνω από 500.000 κρατούμενους οι οποίοι δούλευαν στα ορυχεία. 
Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ενωσης η πόλη γνώρισε μια ιδιαίτερη ακμή και σήμερα είναι η πρώτη δύναμη στην παραγωγή νικελίου και παλλαδίου. Οι εξορύξεις αυτές αντιστοιχούν στο 2% του ΑΕΠ της Ρωσίας. 
Το... κόστος της ζωής στο Νόριλισκ
Για τους ανθρακωρύχους του Νόριλισκ προβλέπονται διακοπές 90 ημέρες το χρόνο και συνταξιοδότηση στα 45 ως αντάλλαγμα για τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης και τις ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας. 
Και αν αυτά μοιάζουν θετικά θα πρέπει κανείς να λάβει υπόψη ότι το προσδόκιμο ζωής στο Νόριλισκ είναι κατά 10 χρόνια μικρότερο από ότι στις υπόλοιπες περιοχέ της Ρωσίας και ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου δύο φορές υψηλότερος. Την ίδια ώρα οι ασθένειες που σχετίζονται με το αναπνευστικό... θερίζουν. Μελέτες έχουν δείξει ότι η ποιότητα του αέρα στο Νόριλισκ είναι υπεύθυνη για το 37% της παιδικής θνησιμότητας και για το 21,6% των θανάτων ενηλίκων. 
Πέρα από τη μόλυνση οι πολικές ημέρες και νύχτες επιδρούν αρνητικά στο ανθρώπινο σώμα που αγωνίζεται να προσαρμοστεί σε αυτές τις ακραίες πολικές συνθήκες. Το σκοτάδι μειώνει την απελευθέρωση της ορμόνης μελατονίνης, η οποία ρυθμίσει πολλές λειτουργίες του σώματος. Η έλλειψη αυτή προκαλεί προβλήματα ύπνου και του νευρικού συστήματος, μια συνεχή αίσθηση κόπωσης, ψυχολογική δυσφορία, κατάθλιψη, πρόωρη γήρανση και αυξάνει τις πιθανότητες νόσησης από καρκίνο. 



Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016

Χαρακτηρίστηκε σαν ΠΓΕ η σταφίδα σουλτανίνα Κρήτης 

Χαρακτηρίστηκε σαν ΠΓΕ η σταφίδα σουλτανίνα Κρήτης

Στις 26/01/2016 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την προσθήκη μιας νέας Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ) από την Ελλάδα: την «Σταφίδα Σουλτανίνα Κρήτης» (Stafida Soultanina Kritis, ΠΓΕ), από αποξηραμένα σταφύλια που καλλιεργούνται στην Κρήτη. Η ονομασία αυτή προστίθεται στον κατάλογο των ήδη προστατευμένων προϊόντων που ξεπερνούν τα 1.310. Η σταφίδα Σουλτανίνα Κρήτης ΠΓΕ παράγεται σε ολόκληρη την Κρήτη και στα κοντινά νησιά που βρίσκονται νότια και βόρεια της εν λόγω νήσου. Όπως δήλωσε στον ΑγροΤύπο ο κ. Χρήστος Σαβοϊδάκης, εμπορικός διευθυντής στην Κεντρική Συνεταιριστική Ένωση Σουλτανίνας (ΚΣΟΣ), «η προσπάθεια αυτή ξεκίνησε από το 2009 αλλά «σκόνταφτε» στις ενστάσεις που κατέθετε όλα αυτά τα χρόνια η Τουρκία».

Και προσθέτει: «Τελικά καταφέραμε να δικαιωθούμε με αυτή την απόφαση. Η περισσότερη παραγωγή σήμερα της Σταφίδας Σουλτανίνα Κρήτης προέρχεται από την ΠΕ Ηρακλείου. Στο παρελθόν είχαμε παραγωγή ακόμη και 100.000 τόνων. Σήμερα όμως η κατάσταση είναι απογοητευτική. Σε μια μέσα χρονιά η σουλτανίνα της Κρήτης (παράγει και μια ποσότητα η Κορινθία) κυμαίνεται στους 1.700 – 2.000 τόνους. Αν έχουμε χρονιά που κατά την διάρκεια του τρύγου έχουμε και βροχοπτώσεις (όπως έγινε το 2015) τότε η παραγωγή πέφτει στους 750 τόνους. Δυστυχώς αν και το προϊόν αυτό έχει κάνει περιουσίες στην Κρήτη σήμερα έχει απαξιωθεί. Αυτό οφείλεται στο πολύ υψηλό κόστος και την μεγάλη προσωπική εργασία. Έχουν ξεριζωθεί πολλά αμπέλια και όσα έχουν μείνει δεν έχουν μεγάλη παραγωγικότητα. Το μεγαλύτερο ποσοστό της παραγωγής μας το εξάγουμε. Στη διεθνή αγορά οι μεγάλες παραγωγικές χώρες είναι η Τουρκία (παράγει περίπου 250.000 τόνους σε μια κακή χρονιά) και το Ιράν (100.000 τόνους). Αυτές οι χώρες ελέγχουν και τις τιμές στην παγκόσμια αγορά».

Η Κρήτη έχει μεσογειακό κλίμα (θερμά και ξηρά καλοκαίρια καθώς και ήπιους και βροχερούς χειμώνες). Υπάρχουν, δηλαδή, οι ιδανικές συνθήκες για την καλλιέργεια σταφυλιών. Η σταφίδα Σουλτανίνα Κρήτης παράγεται από σταφύλια της ποικιλίας Σουλτανίνα τα οποία καλλιεργούνται στο νησί και συγκομίζονται από τα μέσα Αυγούστου μέχρι και τα μέσα Σεπτεμβρίου.

Αμέσως μετά τη συγκομιδή, πρέπει να υποβληθούν σε επεξεργασία, προκειμένου να εξασφαλιστεί η παραγωγή ενός υγιούς αποξηραμένου προϊόντος. Το χρώμα της σταφίδας κυμαίνεται από ξανθό έως καφέ και η περιεκτικότητά της σε σάκχαρα δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 75 %. Το βάρος κάθε σταφίδας αυτής της ποικιλίας ποικίλλει από περίπου 0,6 έως 0,3 γραμμάρια.


Η σουλτανίνα ως ποικιλία σταφυλιού απέκτησε οικονομική σημασία μετά το 1922, όταν έφτασαν στην Κρήτη πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, μεταφέροντας την αμπελουργική τεχνογνωσία τους.

Dolceacqua: Ένα πανέμορφο μεσαιωνικό χωριό στην Ιταλία!

Το χωριό Dolceacqua βρίσκεται στη δυτική Λιγουρία, με σήμα-κατατεθέν τη γέφυρα στον ποταμό Nervia και το κάστρο Doria Castle, οι ομορφιές του οποίου το κάνουν αγαπημένο προορισμό των Ιταλών – και όχι μόνο. Πλακόστρωτα δρομάκια, παραδοσιακά σπίτια και πετρόκτιστες εκκλησίες, γωνιές βγαλμένες από παραμύθι και αύρα του παρελθόντος αγκαλιάζει το χωριό αυτό που αποτελεί άριστο μεσαιωνικό δείγμα της χώρας.

perierga.gr - Dolceacqua: “Κουκλίστικο” μεσαιωνικό χωριό!

Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με την γεωργία, την καλλιέργεια αμπελιών πρωτίστως, ενώ τα κρασιά του είναι ονομαστά εντός και εκτός συνόρων. Η καλά κρυμμένη ομορφιά του έχει αποτυπωθεί από τους φωτογράφους, κάνοντας το χωριό να θυμίζει καρτ ποστάλ!


perierga.gr - Dolceacqua: “Κουκλίστικο” μεσαιωνικό χωριό!


perierga.gr - Dolceacqua: “Κουκλίστικο” μεσαιωνικό χωριό!


perierga.gr - Dolceacqua: “Κουκλίστικο” μεσαιωνικό χωριό!


perierga.gr - Dolceacqua: “Κουκλίστικο” μεσαιωνικό χωριό!


perierga.gr - Dolceacqua: “Κουκλίστικο” μεσαιωνικό χωριό!


perierga.gr - Dolceacqua: “Κουκλίστικο” μεσαιωνικό χωριό!


perierga.gr - Dolceacqua: “Κουκλίστικο” μεσαιωνικό χωριό!


perierga.gr - Dolceacqua: “Κουκλίστικο” μεσαιωνικό χωριό!


perierga.gr - Dolceacqua: “Κουκλίστικο” μεσαιωνικό χωριό!


perierga.gr - Dolceacqua: “Κουκλίστικο” μεσαιωνικό χωριό!

Άρκευθοι δένδρα και δάση αρκεύθων

Άρκευθος η δυσοσμότατη, μαλόκεδρος (Juniperus foetidissima) στην Αργιθέα
Άρκευθος η δυσοσμότατη, μαλόκεδρος (Juniperus foetidissima) στην Αργιθέα
Στην Ελλάδα απαντώνται 8 είδη και 4 υποείδη αρκεύθων (ανήκουν στο γένος Juniperus). Σχεδόν σε όλη την Ελλάδα είναι γνωστά ως «κέδρα». Έτσι στην απλή λαϊκή γλώσσα γνωστά είναι τα δάση «κέδρων» στη Γαύδο, στον Πάρνωνα, στην Πρέσπα. Στην πραγματικότητα όμως o κέδρος (επιστημονική ονομασία Cedrus) απαντάται σε άλλες περιοχές του κόσμου. Στην Ελλάδα ως αυτοφυή απαντώνται μόνο άρκευθοι.
Τις περισσότερες φορές οι άρκευθοι εμφανίζονται σε μορφή θάμνων που αναπτύσσονται αραιά σε λιβάδια ή μέσα σε δάση. Απαντώνται συνήθως σε περιοχές όπου δύσκολα φύονται άλλα υψηλά ξυλώδη είδη, όπως σε βραχώδεις ή αμμώδεις θέσεις. Λίγα είναι τα είδη και τα άτομα που έχουν τη μορφή δένδρων, ενώ ακόμα πιο δύσκολα σχηματίζουν, έστω και μικρής έκτασης, δάση στον ευρωπαϊκό χώρο. Για τη δημιουργία δασών αρκεύθου απαιτούνται πολλά χρόνια, καθώς αυξάνουν πολύ αργά. Τα δάση που σχηματίζουν είναι συνήθως αραιά επειδή είναι, επιπλέον, φωτόφιλα είδη: αυτό έχει ως αποτέλεσμα στα δάση αυτά να απαντώνται πολλά είδη φυτών, τόσο είδη που εμφανίζονται σε ανοιχτά περιβάλλοντα και τους αρέσει η έντονη ηλιακή ακτινοβολία, όσο και είδη που έχουν προσαρμοστεί σε πιο σκιασμένα περιβάλλοντα και συνήθως απαντώνται σε θαμνώνες και δάση. Η εμφάνιση, μάλιστα, των αρκεύθων σε ακραία περιβάλλοντα, όπου δύσκολα προσαρμόζονται κοινά είδη φυτών, έχει ως αποτέλεσμα να βρίσκονται πολλές φορές μαζί με είδη φυτών που είναι σπάνια, ενδημικά κ.λπ.
Παράλια Άρκευθος (Juniperus oxycedrus subsp. Macrocarpa) στο Ελαφονήσι Κρήτης
Παράλια Άρκευθος (Juniperus oxycedrus subsp. Macrocarpa) στο Ελαφονήσι Κρήτης
Από τους πιο γνωστούς σχηματισμούς δενδρωδών αρκεύθων είναι αυτοί που απαντώνται σε παραθαλάσσιες περιοχές, σε παράκτιες αμμοθίνες κυρίως στη νότια Ελλάδα, που σχηματίζονται από τη φοινικική και τη μακρόκαρπη άρκευθο (Juniperus phoenicea και J. macrocarpa, αντίστοιχα). Τα ίδια είδη αρκεύθων σχηματίζουν και θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων με άλλους ξυλώδεις θάμνους, όπως το σχίνο (Pistacia lentiscus). Οι σχηματισμοί των δύο αυτών ειδών αρκεύθου είναι ιδιαίτερα σημαντικοί για τη σταθεροποίηση των αμμοθινών και γι’ αυτό αποτελούν τύπο οικοτόπου προτεραιότητας για την Ευρωπαϊκή Ένωση με την ονομασία «Λόχμες των παραλιών με αρκεύθους». Τις τελευταίες δεκαετίες αυτός ο τύπος οικοτόπου δέχεται ισχυρή πίεση από ανθρώπινες δραστηριότητες, κυρίως από την ανεξέλεγκτη ανάπτυξη του τουρισμού, τις πυρκαγιές,την έλλειψη ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, τη βόσκηση και την απόθεση απορριμμάτων. Πρόσφατα, ολοκληρώθηκε το έργο Life-Junicoast (www.junicoast.gr) που υλοποιήθηκε από το Μεσογειακό Αγρονομικό Ινστιτούτο Χανίων, το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Περιφερειακό Ταμείο Ανάπτυξης Κρήτης και την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Κρήτης με τη συγχρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μακροχρόνια διατήρηση του τύπου οικοτόπου. Οι σχηματισμοί όμως αυτοί δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως δάση, καθώς οι δενδρώδεις άρκευθοι είναι πάρα πολύ αραιές και συνήθως έχουν θαμνώδη μορφή λόγω των κλιματικών και εδαφικών συνθηκών (ισχυροί άνεμοι, αλατούχα εδάφη κ.λπ.).
'Αρκευθος η δρυπώδης (Juniperus drupacea)
‘Αρκευθος η δρυπώδης (Juniperus drupacea)
Από τα πιο ενδιαφέροντα δάση αρκεύθου είναι αυτά της δρυπώδους αρκεύθου (J. drupacea) που απαντάται στον Πάρνωνα. Το είδος έχει μια πολύ ιδιαίτερη εξάπλωση, καθώς απαντάται στη Μέση Ανατολή (Συρία, Λίβανο, Ισραήλ, ΝΑ Τουρκία) και κατόπιν εμφανίζεται σε πολύ μεγάλη απόσταση, απομονωμένο στον Πάρνωνα και με λίγα άτομα στον Ταΰγετο. Η οριακή εξάπλωσή του, το καθιστά οικολογικά ευάλωτο σε διάφορους παράγοντες, όπως είναι η πυρκαγιά. Τα δάση αυτά, μαζί με τα δάση της υψηλής και της δυσοσμοτάτης αρκεύθου (J. excelsa και J. foetidissima, αντίστοιχα) αποτελούν επίσης τύπο οικοτόπου προτεραιότητας για την Ευρωπαϊκή Ένωση με την ονομασία «Ενδημικά δάση της Μεσογείου με αρκεύθους».
H υψηλή και η δυσοσμοτάτη άρκευθος έχουν σχετικά ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα, αλλά σπάνια σχηματίζουν συστάδες ή δάση. Συνήθως απαντώνται μεμονωμένα, διάσπαρτα δέντρα μέσα σε λιβάδια. Οι περιπτώσεις στις οποίες σχηματίζουν αμιγείς ή μεικτές (όπως π.χ. με δρυς, γαύρους, οστρυές κ.ά.) συστάδες, είναι στην κοιλάδα του Νέστου, στη Θάσο, στο Άσκιο και σε λιγοστά άλλα μέρη. Τα πιο εκτεταμένα δάση υψηλής και δυσοσμοτάτης αρκεύθου είναι αυτά στις Πρέσπες, με την εντυπωσιακή συστάδα του υπεραιωνόβιου δάσους του Αγίου Γεωργίου των Ψαράδων.
Το δάσος του Αγίου Γεωργίου αποτελεί το πιο αντιπροσωπευτικό δάσος αρκεύθου στην Ελλάδα, ίσως και στην Ευρώπη, καθώς είναι μάλλον το μοναδικό που έχει δασικό χαρακτήρα, δηλαδή έχει «ενδοδασογενές» περιβάλλον. Οι άρκευθοι εδώ έχουν ύψος 10-13 μέτρων και η ηλικία τους ξεπερνάει πιθανότατα τα 500 έτη. Σε αυτό εμφανίζονται πολλά φυτικά είδη. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε έκταση μόλις 50 x 50 εκ. (δηλ. το ¼ του τετραγωνικού μέτρου) βρέθηκαν μέχρι και 18 διαφορετικά είδη φυτών! Μεταξύ αυτών, εμφανίζονται και πολλά σπάνια και ενδημικά είδη.
Τα προβλήματα των δασών αρκεύθου είναι η δραστική αλλαγή των χρήσεων γης, κυρίως για την ανάπτυξη υποδομών μαζικού τουρισμού, και η ποδοπάτηση του ριζικού τους συστήματος στις παράκτιες περιοχές, η εγκατάλειψη της βόσκησης στις ορεινές περιοχές και οι πυρκαγιές, που αποτελούν κίνδυνο σε όλη τη χώρα. Οι επιπτώσεις από τον τουρισμό και τις πυρκαγιές είναι λίγο-πολύ γνωστές, γι’ αυτό αξίζει να σταθούμε λίγο στις επιπτώσεις από την εγκατάλειψη της βόσκησης. Η βόσκηση κατά το παρελθόν ήταν πολύ έντονη, και δεν επέτρεπε την εξάπλωση των αρκεύθων, αλλά, τουλάχιστον, επέτρεπε τη διατήρησή τους σε αραιές συστάδες. Σήμερα η έλλειψη κανονικής βόσκησης, κυρίως στην ηπειρωτική Ελλάδα, οδηγεί στην πύκνωση των δασών αυτών, με την εισβολή πλατύφυλλων, όπως τα διάφορα είδη δρυός. Επειδή όμως τα πλατύφυλλα είναι πιο ταχυαυξή από τις αρκεύθους, μεγαλώνουν σε ύψος πιο γρήγορα, «σκεπάζοντας» τις αρκεύθους, οι οποίες λόγω της έλλειψης φωτός δεν μεγαλώνουν και δεν αναγεννώνται. Στην περίπτωση αυτή έχουμε ένα παράδειγμα μίας μόνιμης οικολογικής διαταραχής, όπως είναι η βόσκηση, που αναστέλλει τη διαδοχή της βλάστησης επιτυγχάνοντας κάτι θετικό, την διατήρηση των σπάνιων δασών αρκεύθου. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, στον Εθνικό Δρυμό Πρεσπών, βρίσκεται σε εξέλιξη το έργο Life-Nature JunEx. Το έργο συντονίζεται από την Εταιρία Προστασίας Πρεσπών και υλοποιείται σε συνεργασία με το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας/Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων–Υργοτόπων και με τη στήριξη της Διεύθυνσης Δασών Φλώρινας, του Δήμου Πρεσπών και του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πρεσπών. Χρηματοδοτείται από τη Γενική Διεύθυνση Περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και έχει σαν κύριους σκοπούς τον έλεγχο των πλατυφύλλων με συνδυασμό υλοτομιών και ελεγχόμενης βόσκησης και τον εμπλουτισμό της φυσικής αναγέννησης με φυτεύσεις.
Γιατί όμως να μην αφήσουμε τη φύση, να εξελιχθεί μόνη της; Η απάντηση είναι «για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας». Η έκταση στην οποία επιδιώκεται η ανάσχεση της διαδοχής είναι πολύ μικρή σε σχέση με την έκταση των δρυοδασών που απαντούν στις Πρέσπες. Έτσι ενώ για τα δρυοδάση οι επιπτώσεις θα είναι αμελητέες, για τη διατήρηση των μοναδικών αυτών δασών αρκεύθων με την τεράστια φυτοποικιλότητα η ανάσχεση της διαδοχής είναι τεράστιας σημασίας. Εξάλλου τα πλατύφυλλα δεν θα χαθούν, αφού σκοπός είναι μόνο να περιοριστεί η δυναμική τους, ώστε να επιτραπεί η αναγέννηση και διατήρηση των δασών αρκεύθου.
Επιπρόσθετα η ήπια διαταραχή που επανεισάγεται «μιμείται» μια από τις φυσικές διαταραχές που έχει εκλείψει από την περιοχή, τη βόσκηση των άγριων οπληφόρων. Οι υλοτομίες από την άλλη αποκαθιστούν σε κάποιο βαθμό την απώλεια βιομάζας από τις φυσικές πυρκαγιές, αν και το καθεστώς διαταραχής από τις πυρκαγιές διερευνάται.
Γ. Φωτιάδης, M. Βραχνάκης, Π. Κακούρος
(Ο Γ. Φωτιάδης είναι Δρ Δασολόγος στο Τμήμα Δασοπονίας & ΔΦΠ, Τ.Ε.Ι. Στερεάς Ελλάδας, ο Μ. Βραχνάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Δασοπονίας & ΔΦΠ, Τ.Ε.Ι. Θεσσαλίας και ο Πέτρος Κακούρος είναι Δρ. Δασολόγος στο Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων.)
Πηγή: Περιοδικό «η φύση» τεύχος 145

H χερσαία αιολική ενέργεια είναι εξίσου φτηνή με τον άνθρακα


Το κόστος της χερσαίας παραγωγής αιολικής ενέργειας έχει φτάσει το επίπεδο της...
παραγωγής ενέργειας από άνθρακα, ακόμη και αν δε ληφθούν υπ’ όψιν οι επιπτώσεις στην υγεία και το περιβάλλον, σύμφωνα με νέα μελέτη της Διεθνούς Υπηρεσίας Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (IRENA).

Η εκτίμηση της υπηρεσίας υπολογίζει το σύνολο του κόστους που εμπλέκεται σε διάφορους τύπους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής και συντήρησης, του κόστους των καυσίμων και της απομάκρυνσης των αποβλήτων, καθώς και του αναμενόμενου χρόνου ζωής.

Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι ενώ το κόστος παραγωγής μίας κιλοβατώρας ηλεκτρικής ενέργειας από ένα χερσαίο αιολικό πάρκο είναι περίπου 0,05 ευρώ, η ίδια ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας είναι μόνο 0,001 ευρώ φθηνότερη αν παραχθεί από μονάδες άνθρακα. 

Ωστόσο, η ανάλυση δεν περιλαμβάνει το κόστος των ορυκτών καυσίμων για την κοινωνία, όπως τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη και τα προβλήματα υγείας του παγκόσμιου πληθυσμού που προκύπτουν από την εισπνοή μολυσμένου αέρα. 

Εξάλλου, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με καύση φυσικού αερίου υπολογίστηκε λίγο πιο οικονομική, στα 0,041 ευρώ ανά κιλοβατώρα.

«Αν συνυπολογιστεί το κόστος των ορυκτών καυσίμων για το περιβάλλον και την υγεία, η κατάσταση είναι ακόμη πιο ευνοϊκή για την αιολική ενέργεια», δήλωσε ο αναλυτής της IRENA Μάικλ Τέιλορ.

«Οι τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών παρέχουν σήμερα ηλεκτρική ενέργεια σε πολύ ανταγωνιστικά επίπεδα. Ωστόσο, το κοινό και οι ηγέτες του κόσμου σε πολλές περιπτώσεις δεν έχουν ακόμα αντιληφθεί πόσο ανταγωνιστικές έχουν γίνει οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αυτό μπορεί να συμβαίνει είτε επειδή υπάρχουν διάφορα συμφέροντα υπέρ της διατήρησης του μύθου της «ακριβής» ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, είτε επειδή η αλλαγή έχει απλώς έρθει τόσο γρήγορα που η πληροφορία ακόμα δεν έχει φτάσει την πλειοψηφία του κοινού», πρόσθεσε.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της IRENA, το μέσο κόστος της ενέργειας από χερσαία αιολικά πάρκα μειώθηκε κατά 65 τοις εκατό μεταξύ 1988 και 2014. Η μείωση αυτή προήλθε κυρίως από την ανάπτυξη της βιομηχανίας που επέτρεψε παραγωγή μεγάλης κλίμακας και την ωρίμανση της τεχνολογίας. Ωστόσο, η βιομηχανία δεν έχει ακόμη φτάσει το πλήρες δυναμικό της, καταλήγει η μελέτη.