Η κρανιά και η βουζοκρανιά.
Αυτόφυτο άγριο, δασικό δενδρύλιο η κρανιά ευδοκιμεί στη ζωή των φυλλοβόλων
πλατύφυλλων, σε υψόμετρο 400 έως 800 μ. Σπάνια σχηματίζει αμιγείς συστάδες. Ζει,
συνήθως, συντροφευμένη με τα γαύρα, τις οστρυές τα φράξα, τα σφεντάμια, τις
καστανιές.
Η σιλουέτα της, ύψους 2-6 μέτρα, κατατάσσεται μεταξύ θάμνου
και δενδρυλλίου. Δεν λείπει από τους ζωντανούς φράχτες των αγροτικών κτημάτων,
των κήπων και των αμπελιών., που πλαισιώνουν τους αγροτικούς δρόμους της
ελληνικής εξοχής, τα μονοπάτια. Τα φύλλα της στην κάτω επιφάνεια, έχουν ένα
χνούδι πριονωτό. Όταν τρίψει κανείς στη χούφτα του ένα μάτσο φύλλων κατανιάς, οι
παλάμες του δίχως να το νιώσει – γεμίζουν μικρά λεπτότατα βελονάκια. Όταν
χαϊδέψετε τότε τα τρυφερά μάγουλα ανύποπτης κοπέλας, θα ουρλιάξει από τους
νυγμούς. Τα μάγουλα γίνονται κατακόκκινα. Τέτοια αστεία κάνουνε τακτικά τα μικρά
χωριατόπαιδα στα κορίτσια της πόλης που παραθερίζουν στα χωριά μας. Ήταν από τα
πιο… πικάντικα ξαφνιάσματα.
Τα όμορφα πρασινωπά λουλούδια της κρανιάς
βγαίνουν την άνοιξη πριν από τα φύλλα της κουτσουπιάς και της
αμυγδαλιάς.
Οι κόκκινοι στυφοί καρποί της, τα κράνα, ήσαν τα παλιά χρόνια
η αμβροσία των φτωχών ανθρώπων του χωριού, των βοσκών και των στρατοκόπων, μαζί
με τα βατόμουρα και τα γκόρτσα. Ωριμάζουν τις αρχές Αυγούστου. Τόσο συνηθισμένη
αμβροσία τα κράνα, ώστε να τιμηθούν και με την… φιλολογία στα παδικά
αινίγματα:
Λόγω της μεγάλης στυφάδας τους θεωρούνται τα
κράνα – μαζί με τα άγρια σούρβα και τα τσάπουρνα – δραστήριο φάρμακο κατά της
ευκοιλιότητας. Όταν ωριμάσουν καλά τα κράνα, είναι νοστιμότατα. Μερικές μάλιστα
ποικιλίες, οι μοσχοκρανιες, δίνουν αρωματικότατους καρπούς με τους οποίους οι
γυναίκες του χωριού παρασκευάζουν νοστιμότατο γλυκό πελτέ.
Λαϊκή παράδοση
Στα παλιά χρόνια κάθε Πρωταυγουστιά, πρωί-πρωί, οι χωρικοί μας έπρεπε να φάνε νυστικοί, λίγα κράνα. Αυτό γινόταν σ’ άλλα τα μέρη με το καρπούζι. Έτσι μπολιάζουν προληπτικά και προφυλάσσονταν – όπως πίστευαν – από την παλιά μάστιγα της ελονοσίας, τις θέρμες.
Στα πολύ παλιότερα χρόνια τα κράνα πρέπει να είχαν κα μαγικές ιδιότητες, αν πιστέψουμε τον Όμηρο που βεβαιώνει ότι η φοβερή Κίρκη παρέθεσε στον Οδυσσέα και την παρέα του, για τροφή, «καρπόν κρανείας και άκυλον βάλανον», κράνα και πουρναρίσια βαλανίδια.
Το ξύλο της κρανιάς είναι σκληρότατο και αντοχής σε θραύση. Τα γερότερα γκλιτσόξυλα των τσοπάνων γίνονται από νεαρούς βλαστούς κρανιάς. Κρανίσιες βέργες χρησιμοποίησε ο δάσκαλος μου, που λεγόταν και Κρανιάς Λάμπρος, για την εκμάθηση της αλφαβήτου. Και αν κρίνω από την ποιότητα του εκπαιδευτικού του έργου – έργο που έφερε τη λαμπρότητα και τη στερεότητα του ονόματός του – του αξίζει η δίκαιη ευγνωμοσύνη και η ευλάβεια προς την ιερή μνήμη του.
«Ακάρδιον και στερεόν όλον, όμοιον κέρατι την πυκνότητα και την ισχύν», χαρακτηρίζει το κρανόξυλο ο Διοσκουρίδης.
Από ξύλο κρανιάς κατασκευάστηκε ο Δούρειος Ίππος της Τροίας. Κρανίσια ήσαν τα δόρατα των αρχαίων θηρευτών και των πολεμιστών του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Είπαμε για τα γκλιτσόξυλα των βοσκών. Αλλά και λαβές εργαλείων και ρόκες και βουκέντρες γίνονται από ξύλο κρανιάς. Για την ξύλινη βουκέντρα επιχωριάζει άλλο απεικαστάρι (αίνιγμα):
Την ημέρα τρώει κρέας και το βράδυ μετράει τ’ αστέρια.
Την ημέρα δηλαδή κεντάει τα πισινά των ζώων (βοδιών, γαιδάρων κλπ.) και το βράδυ, στημένη στον τοίχο της αυλής, αγναντεύει τον έναστρο ουρανό.
Στα παλιά χρόνια κάθε Πρωταυγουστιά, πρωί-πρωί, οι χωρικοί μας έπρεπε να φάνε νυστικοί, λίγα κράνα. Αυτό γινόταν σ’ άλλα τα μέρη με το καρπούζι. Έτσι μπολιάζουν προληπτικά και προφυλάσσονταν – όπως πίστευαν – από την παλιά μάστιγα της ελονοσίας, τις θέρμες.
Στα πολύ παλιότερα χρόνια τα κράνα πρέπει να είχαν κα μαγικές ιδιότητες, αν πιστέψουμε τον Όμηρο που βεβαιώνει ότι η φοβερή Κίρκη παρέθεσε στον Οδυσσέα και την παρέα του, για τροφή, «καρπόν κρανείας και άκυλον βάλανον», κράνα και πουρναρίσια βαλανίδια.
Το ξύλο της κρανιάς είναι σκληρότατο και αντοχής σε θραύση. Τα γερότερα γκλιτσόξυλα των τσοπάνων γίνονται από νεαρούς βλαστούς κρανιάς. Κρανίσιες βέργες χρησιμοποίησε ο δάσκαλος μου, που λεγόταν και Κρανιάς Λάμπρος, για την εκμάθηση της αλφαβήτου. Και αν κρίνω από την ποιότητα του εκπαιδευτικού του έργου – έργο που έφερε τη λαμπρότητα και τη στερεότητα του ονόματός του – του αξίζει η δίκαιη ευγνωμοσύνη και η ευλάβεια προς την ιερή μνήμη του.
«Ακάρδιον και στερεόν όλον, όμοιον κέρατι την πυκνότητα και την ισχύν», χαρακτηρίζει το κρανόξυλο ο Διοσκουρίδης.
Από ξύλο κρανιάς κατασκευάστηκε ο Δούρειος Ίππος της Τροίας. Κρανίσια ήσαν τα δόρατα των αρχαίων θηρευτών και των πολεμιστών του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Είπαμε για τα γκλιτσόξυλα των βοσκών. Αλλά και λαβές εργαλείων και ρόκες και βουκέντρες γίνονται από ξύλο κρανιάς. Για την ξύλινη βουκέντρα επιχωριάζει άλλο απεικαστάρι (αίνιγμα):
Την ημέρα τρώει κρέας και το βράδυ μετράει τ’ αστέρια.
Την ημέρα δηλαδή κεντάει τα πισινά των ζώων (βοδιών, γαιδάρων κλπ.) και το βράδυ, στημένη στον τοίχο της αυλής, αγναντεύει τον έναστρο ουρανό.
Η βουζοκρανιά.
Στην ίδια δασική ζώνη και στο ίδιο φυτικό γένος της κρανιάς ζει η πρωτεξαδέλφη της, η βουζοκρανιά. Η βοτανική την ονομάζει Κρανείαν την αιματώδη (Cornus sanguine) ενώ τη γνωστή μας κρανιά: αρσενική (Cornus mas). Η βουζοκρανιά η αγριοκρανιά δεν κάνει φαγώσιμους καρπούς. Ονομάστηκε έτσι, γιατί τα λουλούδια της – ταξιανθία σκιαδοειδής όπως τα λένε οι ιδικοί – μοιάζουν πολύ με τα λουλούδια του βουζιού, ενός ποώδους υψηλού ετήσιου φυτού (ύψους ενός μέτρου περίπου), αγνώστου στους πολλούς.
Όσο γερό είναι το ξύλο της κρανιάς τόσο εύθραυστα είναι τα κουκούτσια των καρπών της. Όταν οι μικροί των χωριών αλλάζουν τα χαλασμένα δόντια της πρώτης οδοντοφυΐας, τα πετούν στη στέγη των σπιτιών επαναλαμβάνοντας τρεις φορές:
Να κρανοκόκκαλο και δομ’ (δος μου) σιδερένιο
Αλλά και στα καθαρογλωσσήματα των μικρών μνημονεύεται η κρανιά:
Λούρα κρανόλουρα κι από κρανιά λούρα
Λούρα σημαίνει βέργα. Δοκιμάστε και σεις να το επαναλάβετε τρεις φορές στα γρήγορα, όπως κάνουν τα χωριατόπαιδα, δίχως να τα κάνετε… μούσκεμα
Στην ίδια δασική ζώνη και στο ίδιο φυτικό γένος της κρανιάς ζει η πρωτεξαδέλφη της, η βουζοκρανιά. Η βοτανική την ονομάζει Κρανείαν την αιματώδη (Cornus sanguine) ενώ τη γνωστή μας κρανιά: αρσενική (Cornus mas). Η βουζοκρανιά η αγριοκρανιά δεν κάνει φαγώσιμους καρπούς. Ονομάστηκε έτσι, γιατί τα λουλούδια της – ταξιανθία σκιαδοειδής όπως τα λένε οι ιδικοί – μοιάζουν πολύ με τα λουλούδια του βουζιού, ενός ποώδους υψηλού ετήσιου φυτού (ύψους ενός μέτρου περίπου), αγνώστου στους πολλούς.
Όσο γερό είναι το ξύλο της κρανιάς τόσο εύθραυστα είναι τα κουκούτσια των καρπών της. Όταν οι μικροί των χωριών αλλάζουν τα χαλασμένα δόντια της πρώτης οδοντοφυΐας, τα πετούν στη στέγη των σπιτιών επαναλαμβάνοντας τρεις φορές:
Να κρανοκόκκαλο και δομ’ (δος μου) σιδερένιο
Αλλά και στα καθαρογλωσσήματα των μικρών μνημονεύεται η κρανιά:
Λούρα κρανόλουρα κι από κρανιά λούρα
Λούρα σημαίνει βέργα. Δοκιμάστε και σεις να το επαναλάβετε τρεις φορές στα γρήγορα, όπως κάνουν τα χωριατόπαιδα, δίχως να τα κάνετε… μούσκεμα
Το διαβάσαμε στο
gardikiomilaion.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου