Το καμπανάκι του κινδύνου για την απόλυτη διατροφική εξάρτηση του ελληνικού λαού στο μέλλον από τη διακίνηση σπόρων και φυτωριακού υλικού των πολυεθνικών προς τη χώρα μας, αν η κυβέρνηση διαλύσει τελικά τις τράπεζες γενετικού υλικού σε Κρήτη και Θεσσαλονίκη, κρούουν οι επιστήμονες και οι οικολόγοι. Μιλώντας στη "Ν. Κρήτη", καταγγέλλουν τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Αθανάσιο Τσαυτάρη ότι, διαλύοντας το Εθνικό Ίδρυμα Γεωργικής Έρευνας και το Μεσογειακό Αγρονομικό Ινστιτούτο στα Χανιά, τινάζει στον αέρα το DNA της ελληνικής φύσης!
Όπως αποκαλύπτουν οι οικολογικές οργανώσεις και τονίζουν στην εφημερίδα μας επιστήμονες που γνωρίζουν πολύ καλά τα θέματα αυτά, η κυβέρνηση πλέον έρχεται με νομοθετική πρωτοβουλία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να διαλύσει την τράπεζα διατήρησης της βιοποικιλότητας που λειτουργεί στο ΕΘΙΑΓΕ της Θεσσαλονίκης, βγάζοντας στο σφυρί το γενετικό υλικό. Για να γίνει κατανοητό πόσο κρίσιμη για τη μελλοντική επιβίωση των Ελλήνων είναι η τράπεζα αυτή, τονίζουν ότι αποστολή της τράπεζας γενετικού υλικού ήταν η προστασία και διάσωση των φυτών της ελληνικής βιοποικιλότητας. Από το 1981 έως σήμερα συγκέντρωσε και διατηρεί 14.500 πολύτιμους σπόρους άγριων και καλλιεργούμενων συγγενών φυτών.
Τα αγροτικά ιδρύματα που υπάγονται στο Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας βάσει του «σχεδίου» του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων συγχωνεύονται-διαλύονται και τριάντα χρόνια κόπων τινάζονται στον αέρα, όπως τονίζουν χαρακτηριστικά η ΒΙΟΖΩ και το ΗΛΕΣΙΟΝ.
Κι όμως, μέχρι σήμερα στην Ελλάδα, τις τελευταίες δεκαετίες, φορείς που ξεκίνησαν από διαφορετικές αφετηρίες συνειδητοποίησαν τον κίνδυνο απώλειας των τοπικών ποικιλιών και την πολύπλευρη αξία τους.
Οι τοπικές ποικιλίες των καλλιεργούμενων ειδών είναι δημιούργημα της επιλογής των αγροτών και της προσαρμογής τους στο περιβάλλον όπου καλλιεργούνται. Ορισμένες από αυτές, που είναι και αρκετά εμπορεύσιμες, είναι τα ρόδια Ερμιόνης, η κορινθιακή σταφίδα, τα φασόλια Πρεσπών, το τοματάκι Σαντορίνης, ο ξινόμαυρος οίνος της Νάουσας, οι επιτραπέζιες ελιές Χαλκιδικής κ.λπ.
Η ομάδα του ΗΛΕΣΙΟΝ έχει στόχο να προστατεύσει το αγαθό της διατροφής και βλέπει το περιβάλλον σαν ένα κοινωνικό και συλλογικό αγαθό, προσπαθώντας να βάζει φρένο στην κερδοσκοπία, δίνοντας συνάμα εναλλακτικές λύσεις και προβάλλοντας την αξία της εμπειρίας των προγόνων μας και την αξία της ποικιλίας.
Η τράπεζα διατήρησης γενετικού υλικού στη Θεσσαλονίκη μαζί με άλλα ιδρύματα του ΕΘΙΑΓΕ έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο διασώζοντας τα φυτά της ελληνικής βιοποικιλότητας. Και όλοι αυτοί οι κόποι έρχεται η στιγμή σήμερα να τιναχτούν στον αέρα από την πολιτική του Αθανάσιου Τσαυτάρη, που μάλιστα υπήρξε ένα διάστημα και πρόεδρος του Εθνικού Ιδρύματος Γεωργικής Έρευνας, κάτι που λένε οι ερευνητές του φορέα ότι θα περίμεναν να τον έχει κάνει περισσότερο ευαίσθητο απέναντι σε αυτά τα τόσο σημαντικά ζητήματα της γεωργικής έρευνας και της γεωργικής παραγωγής!
«Μας… επιβάλλουν τη σόγια»
Μιλώντας στη "Ν. Κρήτη" ο γενικός διευθυντής της Greenpeace στην Ελλάδα Νίκος Χαραλαμπίδης ήταν ιδιαίτερα καυστικός για την πολιτική του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και συνολικά της κυβέρνησης, τονίζοντας: «Μια χώρα η οποία ενδιαφέρεται να προωθήσει το εθνικό της κεφάλαιο θα έπρεπε να βοηθήσει και να αναδείξει τις ντόπιες ποικιλίες σαν συγκριτικό πλεονέκτημα για τη γεωργία και για τη μεταποίηση.
Με αυτή την έννοια λοιπόν, ανεξαρτήτως με ποιον τρόπο θα επιλέξει η εκάστοτε κυβέρνηση να τα αναδείξει όλα αυτά, θα έπρεπε να βελτιωθεί η λειτουργία των τραπεζών γενετικού υλικού. Και να πούμε ότι αυτές ήδη υπολειτουργούσαν. Είχαν πολύ λιγότερους πόρους απ' ό,τι θα έπρεπε για να συντηρήσουν, να βελτιώσουν και να αναδείξουν ελληνικές ποικιλίες. Και βλέπουμε, χαρακτηριστικό παράδειγμα, σήμερα, αντί να αναδεικνύεται η χρήση ελληνικών κτηνοτροφικών προϊόντων, όπως για παράδειγμα το κουκκί, το ρεβύθι, οι ελληνικές ποικιλίες, βλέπουμε να υπάρχει μια βιομηχανική στροφή προς τη σόγια. Και μιλάμε για τη σόγια που στο μεγαλύτερο ποσοστό αυτής που έρχεται στη χώρα μας είναι μεταλλαγμένη».
Σύμφωνα με τον κ. Χαραλαμπίδη, αντί να υπάρχει πολιτική στήριξης των ντόπιων σπόρων, η ελληνική Πολιτεία απλά ασχολείται χωρίς ψύχραιμη αντιμετώπιση της κατάστασης με αριθμούς και όχι με την ουσία της υπόθεσης, παρότι, αν δε στηρίξουμε τους τομείς της παραγωγής και της μεταποίησης των ντόπιων αγροτικών προϊόντων, δε θα μπορέσουμε ποτέ να βγούμε από την κρίση. «Αλλά στην πραγματικότητα αυτές τις επιλογές κάποιοι τις καρπώνονται.
Αυτό για παράδειγμα σημαίνει ότι την ώρα που μια σειρά από διάφορα είδη δε θα έχουν αναδειχτεί, μία σειρά από υβρίδια που μονοπωλούν εταιρείες, συνήθως πολυεθνικές, θα πάρουν τη θέση τους στην αγορά. Και αυτές προφανώς θα είναι και ορισμένες». Στο σημείο αυτό, και σχολιάζοντας και τις πρόσφατες ανακοινώσεις του Αθανάσιου Τσαυτάρη από τη Γερμανία, όπου είχε αναφερθεί στην ανάγκη να βελτιώσουμε ως χώρα τις ντόπιες ποικιλίες μέσα από νέα υβρίδια, ο γενικός διευθυντής της Greenpeace στην Ελλάδα Νίκος Χαραλαμπίδης διευκρινίζει:
«Η υβριδιακή αυτή βελτίωση δεν είναι κάτι κακό. Αντιθέτως είναι κάτι πάρα πολύ καλό για τη βελτίωση των αποδόσεων, εφόσον όμως διασφαλίσουμε ότι αυτές οι πατέντες θα πάνε στους αγρότες και όχι στα χέρια κάποιων πολυεθνικών και θα είναι πραγματικά ντόπιες και όχι κάποιες μεταλλαγμένες ποικιλίες».
Τελειωτικό χτύπημα στη γεωργία της χώρας μας
Την τεράστια υπόθεση για την επιβίωση της Κρήτης και γενικότερα της χώρας μας αναλύει στη "Ν.Κ." και η καθηγήτρια του Τμήματος Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου Ελένη Καπετανάκη-Μπριασούλη, που κάνει λόγο και για τις κλιματικές αλλαγές στο όχι και τόσο απόμακρο μέλλον, όταν «μόνο οι ντόπιες ποικιλίες θα μπορούν να επιβιώσουν και να μας δώσουν προϊόντα».
Σύμφωνα με την ίδια, «εμείς οι άνθρωποι μπορεί να μην τα καταφέρουμε να προσαρμοστούμε με τις περιβαλλοντικές συνθήκες των κλιματικών αλλαγών, αλλά οι ντόπιες ποικιλίες έχουν προσαρμοστεί με τις καιρικές συνθήκες και μπορούν να επιβιώσουν και στο μέλλον».
Η κ. Μπριασούλη θεωρεί ως εγκληματική την εγκατάλειψη της γεωργίας και της ντόπιας βιοποικιλότητας από το ελληνικό κράτος, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τις κλιματικές αλλαγές και την απειλή της πείνας με την οποία θα έρθει αντιμέτωπη η Ελλάδα και κυρίως η Κρήτη μετά από λίγες δεκαετίες, και για να τις αντέξει θα πρέπει να είναι "θωρακισμένη" διατροφικά, και να μπορεί να σταθεί στα πόδια της "πατώντας" στα αγροτικά της προϊόντα.
«Θα πεινάσουμε»
Ο πρώην ερευνητής Αμπέλου του ΕΘΙΑΓΕ στην Κρήτη Βαγγέλης Βαρδάκης λέει ότι, «εφόσον το ΕΘΙΑΓΕ εγκαταλείπεται, είναι εμφανές ότι η γεωργία στην Ελλάδα διαλύεται. Κι εγώ πιστεύω μέχρι τα σημερινά δεδομένα ότι η γεωργία της χώρας μας κυνηγήθηκε όχι μόνο από την ελληνική άρχουσα τάξη, αλλά και από την ενωμένη Ευρώπη, για να μην επιτρέψουν στην Ελλάδα να αναπτύξει μια ανταγωνιστική γεωργία που θα μπορούσε να αναπτυχθεί εξαιτίας του οικολογικού της περιβάλλοντος. Και φαίνεται ότι προηγήθηκε η διάλυση της γεωργίας κι έρχεται σήμερα και ολοκληρώνεται η διάλυση αυτή με την κατάργηση ουσιαστικά της γεωργικής έρευνας στη χώρα μας.
Οι συνέπειες μιας τέτοιας αντιαγροτικής και αντιερευνητικής πολιτικής είναι τεράστιες. Η χώρα μας δεν μπορεί να αναπτυχθεί και δε θα αναπτυχθεί εφόσον υπάρχει αυτή η πολιτική, ούτε τα επόμενα ούτε και τα μεθεπόμενα χρόνια. Εάν δεν αναπτύξει τη γεωργία της η χώρα μας, δε θα μπορέσει να αναπτύξει ούτε τους άλλους τομείς της οικονομίας».
Καταλήγοντας, ο γνωστός επιστήμονας καταγγέλλει: «Αν πάρουμε ως παράδειγμα το αμπέλι, χάθηκαν χιλιάδες ποικιλίες αμπελιού, οι οποίες δημιουργήθηκαν με τη φυσική επιλογή, και κανείς δεν έδωσε σημασία μέχρι σήμερα. Όλο αυτό το φυτικό υλικό καταστράφηκε στο αμπέλι ολοσχερώς εξαιτίας της προσβολής των αμπελιών από φυλλοξήρα. Κι ενώ λοιπόν θα έπρεπε να δοθεί μεγάλη σημασία στην έρευνα, ακολουθήθηκε ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή η διάλυση της γεωργικής έρευνας».
«Κληρονομιά μεγάλη»…
«Η κυβέρνηση, ανεξάρτητα από τις συγχωνεύσεις των οργανισμών, έπρεπε να δώσει μεγάλο βάρος στη στήριξη των τραπεζών γενετικού υλικού του ΕΘΙΑΓΕ στη Θεσσαλονίκη και του ΜΑΙΧ στα Χανιά, γιατί αυτά είναι η περιουσία, η κληρονομιά της Ελλάδας πάνω στην αγροτική οικονομία», τονίζει κατηγορηματικά στην εφημερίδα μας η γεωπόνος και υπεύθυνη σεμιναρίων του Οργανισμού "Δήμητρα" στου ΕΘΙΑΓΕ στο Ηράκλειο κ. Στέλλα Χατζηγεωργίου.
«Αλλά για να στηριχτούν αυτές οι τράπεζες», όπως επισημαίνει, «χρειάζονται χρηματοδοτήσεις και ενίσχυση του επιστημονικού προσωπικού και της υλικοτεχνικής υποδομής. Για να συνεχίσουν οι τράπεζες να συντηρούν αυτούς τους σπόρους και κάποια στιγμή να βγαίνουν και προς τα έξω. Στο ΜΑΙΧ, ας πούμε, είναι μια κοπέλα εκεί που διαχειρίζεται την τράπεζα ντόπιων σπόρων, η οποία κάθε χρόνο έδινε σπόρους προς τα έξω. Με δική της ευθύνη καλλιεργούσε σπόρους σε δικά της κυπελάκια και έδινε τα φυτώρια στους αγρότες. Πλέον η ίδια έχει σταματήσει γιατί μόνη της δεν προλαβαίνει. Αν κλείσει το ίδρυμα, τα σπόρια θα καταστραφούν και θα χαθεί όλη αυτή η περιουσία».
Στις 23 και 24 Φεβρουαρίου, όλα αυτά τα ζητήματα θα συζητηθούν στον Άγιο Νικόλαο, υπό τη διοργάνωση της Οικολογικής Κίνησης Μεραμπέλου και στη διάρκεια της συζήτησης θα αναπτυχθούν οι προβληματισμοί των οικολογικών οργανώσεων και θα αποφασιστούν συγκεκριμένοι τρόποι αντίδρασης.
Μηδενική προστασία
Οι οργανώσεις Αιγίλοπας και Πελίτι διοργάνωσαν πρόσφατα δημόσια ενημερωτική συνάντηση στο χώρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, παρουσία εκπροσώπου του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, με θέμα την ισχύουσα και την επερχόμενη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Η νομοθεσία αυτή όχι μόνον δεν προστατεύει τον παραδοσιακό φυσικό πόρο της αγροτικής βιολογικής ποικιλότητας, όχι μόνον ευνοεί ιδιαίτερα τις μεγάλες εταιρείες έναντι του αγρότη, αλλά έχει πολύ σοβαρές αρνητικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις», τόνισε ο συντονιστής του Πελίτι Παναγιώτης Σαϊνατούδης. «Οι επιπτώσεις», όπως τόνισε, «δεν αφορούν μόνον στην απώλεια των παραδοσιακών ποικιλιών αλλά και τις δυνατότητες υπέρβασης της κρίσης μέσω διαφορετικών τρόπων ανάπτυξης της γεωργίας. Από τη νομοθεσία αυτή δεν προσφέρονται διαφορετικές αναπτυξιακές επιλογές, με αποτέλεσμα να μη στηρίζεται επαρκώς η νεολαία εκείνη που σήμερα επιστρέφει στη γη.
Παρ' όλα αυτά, ο αγροτικός τομέας είναι ο μόνος εν μέσω κρίσης που από το 2008 έως το 2010 αύξησε το ακαθάριστο προϊόν του, δηλαδή τη συνεισφορά του στην εθνική οικονομία».
Μετά τις παρεμβάσεις των ομιλητών, ακολούθησε εκτενέστατος διάλογος, γεγονός που αποδεικνύει το αυξανόμενο ενδιαφέρον του κοινού για το δημοκρατικό έλεγχο του αγροτικού τομέα. Με αυτήν την αφορμή, ο Αιγίλοπας και το Πελίτι επαναφέρουν την πρότασή τους προς το υπουργείο να οργανώσει διαδικασία δημόσιας διαβούλευσης ενόψει της αναθεώρησης της υφιστάμενης νομοθεσίας.
Του Χριστόφορου Παπαδάκη
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου